ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟ ΚΩΣΤΑ ΧΑΡΗ
ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟ ΚΩΣΤΑ ΧΑΡΗ  (Ως πλησιέστερος στα social media, δημοσιεύω κείμενο του πατέρα μου Κώστα Κοσμά που έγραψε για τον αγαπημένο του φίλο…)
Στον Κώστα Χάρη
Τον συνάντησα για πρώτη φορά πριν από πενήντα περίπου χρόνια στην Κερασιά, το χωριό του και δεύτερο χωριό μου. Εκεί στα «ψηλά βουνά» του Παπαντωνίου, που οι ψηλές γυμνές κορυφές τους «θαρρείς πως τ’ αστέρια φιλούνε». Στα Βαρδούσια.
Αρκετά ψηλός, ευθυτενής, ωραίος, ευπροσήγορος, πράος, συμβουλευτικός, καθοδηγητής. Με άλλα λόγια: «Δάσκαλος». Ήταν ο Κώστας Χάρης. Από την Κερασιά Δωρίδος. Το παλιό Σουρούστι.
Συνδεθήκαμε αμέσως. Γρήγορα άρχισα να αισθάνομαι ότι μέσα στη μεγάλη μου επιθυμία να ανεβούμε στο χωριό, ύστερα από την συνήθως μακρά καλοκαιρινή «θητεία μας» στη Σκόπελο, ήταν και η προσμονή μου να συναντήσω ξανά τον «Κύριο Κώστα». Να πούμε καμιά κουβέντα παραπάνω, ίσως και να δράσουμε κάπως.
Δεν άργησα να αντιληφθώ ότι είχα την τύχη να γνωρίσω έναν σοφό άνθρωπο. Με τον καιρό η αντίληψή μου έγινε γνώση. Ναι! Είχα γνωρίσει και συναναστραφεί έναν σοφό άνθρωπο, καθοδηγητή και πνευματικό αρχηγό, που με τιμούσε με τη φιλία του. Κάθε συνάντησή μας ήταν και πηγή εμπλουτίσεως της γνώσης μου αυτής. Αρκετές σοβαρές και ήρεμες συζητήσεις μας αναδείκνυαν την σοφία του. Οι απόψεις του και νουθεσίες του γύρω από τα κοινωνικά ζητήματα αναδείκνυαν τον άνθρωπο. Ένα δρώμενο, μια ενέργεια, μια εκδήλωση αναδείκνυε τον καθοδηγητή, το δάσκαλο, τον εκπαιδευτή. Θυμάμαι σαν να ήταν χθες μια πεζοπορία μας προς την κορφή του Αη-Νικόλα. Συνόδευε και ξεναγούσε τότε (είχε περάσει τα ογδόντα) τον Αμερικάνο συγχωριανό του Τζώρτζη Κρίκα. Πορεία κατ’ ανήφορα και απ’ το μονοπάτι προς τ’ Αζής (ΑΦΙΕΡΩΜΕΝΟ ΣΤΟΝ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟ ΚΩΣΤΑ ΧΑΡΗ  τη βρύση. Να πιούμε νερό με τις χούφτες και να φάμε όρθιοι δυο ντομάτες και λίγο ψωμοτύρι που είχαμε μαζί μας. Να πιάσουμε σε λίγο το γυμνό και να συνεχίσουμε για την κορυφή. Με συχνές μικρές στάσεις τώρα, κυρίως για να ακούμε τη χαμηλή φωνή του, που σε όλο το δρόμο δεν έπαψε να μας μεταδίδει γνώσεις για τον τόπο του, τη μορφολογία και ιδίως την πρόσφατη ιστορία του. Μέχρι να φτάσουμε στην ασκεπή ξερολιθιά, που δεν έδειχνε να είναι εκκλησία και ας είχε δώσει το όνομά της στο βουνό. Στον Αη-Νικόλα, λένε.
Ήθελα πάντα να κάθομαι δίπλα του ή κοντά του. Κάθε φορά κάτι συναποκόμιζα απ’ τη σοφία του, την εξιστόρηση, την ηθικο-κοινωνική ανάλυση, διδαχή και συμβουλή του. Η τελευταία συμβουλή του ήταν όταν του έδειξα κάποια διηγήματά μου και ζήτησα τη γνώμη του προκειμένου να τα δημοσιεύσω. Του έδωσα τα κείμενα αυτά στο σπίτι μου. Σε μια συνάντησή μας, την οποία, ομολογώ, είχα προκαλέσει εγώ, για να συγκεντρώσω τρεις υπέργηρους καλούς φίλους Κερασιώτες σε ένα τραπέζι που θα μπορούσε να είναι και, φευ, ήταν το τελευταίο που συνευρέθηκαν. Μέσα σε ένα χρόνο, τον τελευταίο από σήμερα, έφυγαν και οι τρεις για το χωρίς γυρισμό ταξίδι. Πρώτος ο γιατρός μας. Ο Αντώνης Παπαντωνίου. Ο αγαπητός, σεβαστός και μειλίχιος άνθρωπος και φίλος μας Αντώνης. Σε έξη μήνες περίπου η κυρα Κούλη, που δεν γεννήθηκε στην Κερασιά, αλλά ήταν Κερασώτισσα σε όλη της τη ζωή, περισσότερο από κάθε άλλο που γεννήθηκε εκεί.
Τελευταίος ο Κώστας Χάρης. Ο πιο μεγάλος απ’ τους τρεις. Πλήρης ημερών και μέσα στη θαλπωρή και τη ζεστή αγκαλιά των θυγατέρων του μέχρι το τέλος. Έτσι, η συνάντησή μας αυτή και μια φωτογραφία ήταν για μένα ιστορική, για να τους θυμάμαι και να μη τους ξεχάσω ποτέ. Μετά από ένα μήνα δέχτηκα το τηλεφώνημά του. Μου έκανε τις παρατηρήσεις του. Μου έδωσε τις συμβουλές του. Κατάλαβα ότι είχε διαβάσει όλα τα κείμενα που του είχα δώσει με προσοχή και κριτικό βλέμμα. Τον ρώτησα: «Να τα δημοσιεύσω; Τι λες;». Μου απάντησε χωρίς ενδοιασμούς: «Ναι, να τα δημοσιεύσεις». Ήταν τότε περίπου εκατό (100) χρονών. Θαύμασα για άλλη μια φορά το πνεύμα του, τη διαύγειά του και τη ζωντάνια του σε αυτή την ηλικία. Η τελευταία επαφή μαζί του ήταν και αυτή τηλεφωνική. Μου τηλεφώνησε ο ίδιος για να με ευχαριστήσει που του έστειλα το μόλις εκδοθέν βιβλίο μου «ΣΚΟΠΕΛΟΥ ΜΝΗΜΕΣ» αρχές του χειμώνα φέτος. Ήταν η τελευταία τηλεφωνική επικοινωνία μας. Η φωνή του ήταν αρκετά εξασθενημένη. Ο λόγος του όμως πεντακάθαρος. Το πνεύμα του διαυγές και στη θέση του. Μου έδωσε ευχές που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Του αντευχήθηκα και του επισήμανα πως υπήρξε ό,τι καλύτερο, ωραιότερο και σπουδαιότερο συνάντησα στη δεύτερη πατρίδα μου την Κερασιά. Μου απάντησε ότι τα αισθήματα αυτά είναι αμοιβαία και προς το πρόσωπό μου. Κατάλαβα ότι με χαιρετούσε.
Το θλιβερό άγγελμα του θανάτου του με βρήκε στη Σκόπελο, όπως συνέβη και με τον Αντώνη Παπαντωνίου πέρυσι το καλοκαίρι. Να πάω στην Κερασιά, που τόσο αγάπησε, σεβάστηκε, βοήθησε παντοιοτρόπως και μοναδικά, δεν μπόρεσα. Να γράψω νεκρολογίες για να προκαλέσω δάκρυα, αν και τις αξίζει, δεν τις έχει ανάγκη. Ο Κώστας ο Χάρης έφυγε από τη ζωή εν τιμή, όρθιος, αγέρωχος, πλήρης ημερών και έχοντας εκπλήρωσει απολύτως το έργο του ανθρώπου επί της γης. Περπάτησε στη γη και άφησε την πατημασιά του καθαρά χαραγμένη, ανεξίτηλη και αιώνια.
Στις δύο θυγατέρες του Γιώτα και Κατερίνα απευθύνω τα θερμά συλλυπητήριά μου και σε όλους τους οικείους του. Καλό ταξίδι άνθρωπε, δάσκαλε και φίλε.
Ας είναι ελαφρύ το χώμα της αγαπημένης σου Κερασιάς που σε σκεπάζει.
ΚΩΝ/ΝΟΣ Ν. ΚΟΣΜΑΣ, Ιούλιος 2021
Κοινοποιήστε το!
FacebookTwitter